Ομολογία – Αυστηρότητα, μια Πτυχή του Οσίου Χατζη-Ανανία εκ Μαλλών που δεν Γνωρίζαμε
Ομολογία του Γέροντα Ιωαννικίου Ανδρουλάκη, όπως του την διηγήθηκε ο χωριανός του Κουτσος-Γιάννης . Ο Γέροντας την είχε μεταφέρει στον επίσης χωριανό του Εμμανουήλ Καζανάκη αγιογράφο και ανιψιό του Οσίου Χατζη-Ανανία και ο οποίος πρόσφατα μας την αποκάλυψε.
Ο Όσιος Χατζή-Ανανίας όπως προκύπτει από τις καταγραφές και τις εξιστορήσεις, ήταν χαρακτήρας ταπεινός, πράος, ειρηνικός, φιλικός και ιδιαίτερα πατρικός με τα πνευματικά του παιδιά και όλους όσους τον ευλαβούνταν. Με τα μάτια χαμηλά, σιγανή φωνή, ευρηματικό λόγο και θεία φώτιση, προσπαθούσε να γαληνέψει, να νουθετήσει και να οδηγήσει στο λόγο του Θεού όποιον τον πλησίαζε και ζητούσε τη βοήθεια του.
Σε μία και μόνη περίπτωση γινόταν αυστηρός, δεν σήκωνε κουβέντα και εξαντλούσε την αυστηρότητα του, στην Αργία της Κυριακής! Από την στιγμή που θα παίξει η καμπάνα το απόγευμα του Σαββάτου για τον Εσπερινό της Κυριακής, έλεγε πως έπρεπε να σταματούν αμέσως όλες οι εργασίες σε όποιο στάδιο και αν βρισκόταν.- Αυτή την απαίτηση είχε από όλους και επέμενε τόσο πολύ που δεν δίσταζε να τους λέει: «Καλύτερα να εργαστείτε τη Δευτέρα και ας είναι εορτή της Παναγίας, παρά να εργάζεστε τη Κυριακή».
Αυτή του η θέση δεν ήταν καθόλου τυχαία. Δεκατεσσάρων ετών ήταν όταν αναχώρησε για τη Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου στον Καψά Σητείας και έγινε Μοναχός, ο πρώτος υποτακτικός του Γέροντα Ιωσήφ του Γεροντογιάννη και πήρε το όνομα Ανανίας. Σύμφωνα με την παράδοση, κάποια Κυριακή ο τότε Ιωάννης Βιτσέντζος ή Γεροντογιάννης μάζεψε ξύλα και τα φόρτωσε στο ζώο για να τα πουλήσει. Πήρε μαζί του και τη σύζυγό του Καλλιόπη και την άφησε στις Λιθίνες για να δει τους συγγενείς της, ενώ τα παιδιά έμειναν μόνα τους στο μετόχι. Όταν επέστρεψαν βρήκαν τη μικρή τους κόρη Ειρήνη καμένη έξω στο αλώνι, που την είχαν βγάλει τα άλλα αδέλφιά της, νομίζοντας ότι ο αέρας θα έσβηνε τη φωτιά που είχε πιάσει το φορεματάκι της. Το ατύχημα αυτό που επέφερε τον θάνατο της κόρης του, θεωρήθηκε από τον Ιωάννη θεία τιμωρία για τις αμαρτίες του και κυρίως για την καταπάτηση της Κυριακάτικης αργίας. Το γεγονός αυτό σφράγισε τη ζωή του, στάθηκε η αφορμή για να μεταμορφωθεί και έγινε η αιχμή της διδασκαλίας του ως Μοναχός Ιωσήφ Γεροντογιάννης πια.
Ακολουθεί η Ομολογία του Εμμ. Καζανάκη:
Ο Ιωάννης Μπαρμπεράκης ή Κουτσός-Γιάννης, δεύτερος ανιψιός του Χατζη-Ανανία απασχολούταν στη Μονή Παναγίας Εξακουστής. Ένα Σάββατο μαζί με άλλους πήγαν για να σπείρουν ένα χωράφι στην περιοχή Εξακούκου, Νότια και λίγο Ανατολικά από τη Μονή. Το χωράφι ήταν ιδιοκτησία του Χατζη-Ανανία που το είχε παραχωρήσει προς όφελος του Μοναστηριού. Τότε ο Χατζή-Ανανίας διακονούσε ως Ηγούμενος τη Μονή και όλοι γνώριζαν για την αυστηρότητα του για την Αργία της Κυριακής.
Όταν η ώρα έφτασε ο Χατζή-Ανανίας χτύπησε την καμπάνα για τον Εσπερινό και στάθηκε να περιμένει τον Κουτσό-Γιάννη με τους υπόλοιπους για να αρχίσει την Ακολουθία. Η ώρα όμως περνούσε και εκείνοι δεν φαινόταν πουθενά. Ο Εσπερινός τελείωσε και ο Χατζη-Ανανίας συνέχισε να τους περιμένει στην είσοδο της Μονής. Είχε βραδιάσει όταν γύρισαν και μόλις τους αντίκρισε ρώτησε τις είχε συμβεί και άργησαν τόσο. Ο Κουτσός-Γιάννης του εξήγησε πως άκουσαν την καμπάνα, αλλά επειδή είχαν λίγο κομμάτι ακόμα για να οργώσουν και πως αν το άφηναν για τη Δευτέρα τα πουλιά θα έτρωγαν το σπόρο, αποφάσισαν να συνεχίσουν και να το τελειώσουν.
Ο Ηγούμενος στεναχωρήθηκε αλλά και ενοχλήθηκε πολύ με αυτή τους την παρακοή και με αυστηρό ύφος τους είπε: «Τη Δευτέρα το πρωί θα πάμε όλοι μαζί εκεί να μου δείξετε ακριβώς ποιο ήταν το κομμάτι που κάνατε μετά το χτύπημα της καμπάνας». Όταν πήγαν του υπέδειξαν το κομμάτι και αφού εκείνος το χώρισε βάζοντας πέτρες γύρω από αυτό, τους είπε: «Δεν θα θερίσετε τίποτα πριν να σας πω εγώ».
Ο καιρός περνούσε, το σπαρτό μεγάλωνε και έλεγαν στον Χατζη-Ανανία πως δεν είχε δίκιο και πως εκείνο το κομμάτι είχε γίνει πολύ καλύτερο, πιο ψηλό, με περισσότερο καρπό. Εκείνος πάλι τους τόνιζε να κάνουν αυτό που τους είχε πει εξ αρχής. Έφτασε η στιγμή του θέρους και τους έδωσε ρητή εντολή: «Δεν θα θερίστε το κομμάτι αυτό, ούτε καν στα ζώα θα δώσετε από εκεί». Έκαναν υπακοή και θέρισαν μόνο αυτό που τους επέτρεψε.
Την επομένη ο Χατζη-Ανανίας τους πήρε μαζί με τους άλλους Μοναχούς που ήταν στη Μονή και χωρίς να πει τον λόγο τους οδήγησε ξανά σε εκείνο το χωράφι. Έβαλε φωτιά στο σπαρτό και αμέσως πετάχτηκε από μέσα ένας όφις μεγάλος σαν μεσοδόκι (χοντρός κορμός που στήριζε στέγες ή οντάδες). Όλοι όταν τον είδαν σάστισαν, κατάλαβαν ότι ήταν ο πονηρός, αναγνώρισαν το λάθος τους και ζήτησαν συγχώρεση από τον φωτισμένο και διορατικό Γέροντα Ανανία. Είχαν πάρει το μάθημα τους και ουδέποτε ξανά εργάσθηκαν Κυριακή!
Στα χνάρια του Αγίου του και ο Γέροντας Ιωαννίκιος που έλεγε χαρακτηριστικά:
«Η Κυριακή είναι ημέρα αφιερωμένη στον Θεό, πρέπει να εκκλησιαζόμαστε και πάντα από κοντά και τα παιδιά μας, Όταν έχεις ένα φίλο του λες καλημέρα; Πως θες να σε γνωρίζει και να είναι κοντά σου ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός όταν εσύ δεν κάνεις το λόγο Του, όταν εσύ δεν πας κοντά Του; Τα κέρδη της Κυριακής δεν είναι ευλογημένα. Ούτε το καντήλι δεν ανάβει με λάδι της Κυριακής».
Όταν καμιά φορά το καντήλι του έσβηνε γρήγορα, έβαζε αμέσως λάδι από άλλο μπουκάλι, και όπως αποκαλυπτόταν όταν ρωτούσε αυτόν που του το είχε πάει, το μάζεμα των ελιών ή η άλεση τους είχαν γίνει Κυριακή.